Του Κώστα Βαξεβάνη
Αυτές οι γραμμές που διαβάζετε δεν είναι ρεπορτάζ. Δεν είναι ούτε άρθρο. Είναι εξομολόγηση, ή όπως αλλιώς λέγεται η ανάγκη που νοιώθεις να πεις πράγματα που συνήθως δεν τα λες. Πριν γραφτούν τα ρεπορτάζ που θα διαβάσετε για τους δύο δημοσιογράφους και τις ιδιαίτερες σχέσεις τους με Τραπεζίτη, πέρασα δύσκολες στιγμές. Δεν είχα καμιά αμφιβολία πως η απόφασή μου θα ήταν να δημοσιεύσω όσα δημοσιεύω, δηλαδή την αλήθεια, αλλά πολλές φορές οι άνθρωποι ακόμη και αν είναι σίγουροι και για τις αποφάσεις τους και για την αλήθεια, δεν αποφεύγουν το εσωτερικό τους αιματοκύλισμα.
Δύο δημοσιογράφοι, συνάδελφοί μου, πήραν δάνεια χωρίς εγγυήσεις, με την υπογραφή του τραπεζίτη και το χειρότερο, δεν τα πλήρωσαν. Τα πλήρωσε ο τραπεζίτης αντί για αυτούς. Ξέρω και τους δυό και μου ήταν πολύ δυσάρεστο που έπρεπε να καταγράψω αυτή την πραγματικότητα. Τις 3 περίπου δεκαετίες που κάνω αυτή τη δουλειά, έχω χάσει πολλούς φίλους, επειδή έχω αποφασίσει να την κάνω όπως πρέπει. Στην αρχή αυτό με πείραζε και με κλόνιζε. Τώρα πια ξέρω πως οι φίλοι, οι φίλοι μου, πρέπει οι ίδιοι να είναι τίμιοι και όχι να έχω εγώ το άγχος τι θα κάνω αν αποδειχθούν άτιμοι. Στη ζωή το πιο επικίνδυνο πράγμα είναι να αντιστρέφεις την ευθύνη.
Έχω γράψει αρκετές φορές, πως το σύστημα των media και η αντίληψη για το πώς ασκείται η δημοσιογραφία, είναι ένας από τους τρεις πυλώνες της διαφθοράς. Οι άλλοι δύο είναι το πολιτικό σύστημα και η επιχειρηματική-οικονομική ελίτ στη χώρα. Ζούμε όσα ζούμε, γιατί οι δημοσιογράφοι ξέχασαν το ρόλο τους. Αντί για εξουσία απέναντι στις άλλες εξουσίες, έγιναν μία από τις εξουσίες που αναπαράγει τις κοινωνικές ανισότητες και τη διαφθορά.
Οι δημοσιογράφοι όχι μόνο σιωπούσαν όταν έπρεπε να γράφουν και να μιλάνε, αλλά έγιναν ο μανδύας επιμελούς συγκάλυψης. Δεν σώπαιναν από αδιαφορία αλλά από συνειδητή επιλογή.
Λιγότεροι χρηματίστηκαν και ο περισσότεροι εκμαυλίστηκαν. Αντί να υπερασπιστούν την ανάγκη το ηθικό να συμβαδίζει με το νόμιμο, επέλεξαν να δικαιολογούν με τη νομιμότητα ανήθικες πράξεις. Μετατραπήκαμε από μαχητές της κοινωνίας, από αυτούς στους οποίους θα κατέφευγε ο κάθε αδικημένος, σε μια εκμαυλισμένη μάζα που καυχιέται για τις δημόσιες σχέσεις της, τις γνωριμίες με τον υπουργό ή την ικανότητα να ρουσφετοτακτοποιεί προσωπικά σαν πολιτικάντης παλιά κοπής.
Η άποψη περί συναδελφικής αλληλεγγύης δεν με βρήκε ποτέ σύμφωνο. Είμαστε συνάδελφοι και αλληλέγγυοι για να βγει η αλήθεια, όχι για να συγκαλυφθεί.
Αυτές οι γραμμές που διαβάζετε δεν είναι ρεπορτάζ. Δεν είναι ούτε άρθρο. Είναι εξομολόγηση, ή όπως αλλιώς λέγεται η ανάγκη που νοιώθεις να πεις πράγματα που συνήθως δεν τα λες. Πριν γραφτούν τα ρεπορτάζ που θα διαβάσετε για τους δύο δημοσιογράφους και τις ιδιαίτερες σχέσεις τους με Τραπεζίτη, πέρασα δύσκολες στιγμές. Δεν είχα καμιά αμφιβολία πως η απόφασή μου θα ήταν να δημοσιεύσω όσα δημοσιεύω, δηλαδή την αλήθεια, αλλά πολλές φορές οι άνθρωποι ακόμη και αν είναι σίγουροι και για τις αποφάσεις τους και για την αλήθεια, δεν αποφεύγουν το εσωτερικό τους αιματοκύλισμα.
Δύο δημοσιογράφοι, συνάδελφοί μου, πήραν δάνεια χωρίς εγγυήσεις, με την υπογραφή του τραπεζίτη και το χειρότερο, δεν τα πλήρωσαν. Τα πλήρωσε ο τραπεζίτης αντί για αυτούς. Ξέρω και τους δυό και μου ήταν πολύ δυσάρεστο που έπρεπε να καταγράψω αυτή την πραγματικότητα. Τις 3 περίπου δεκαετίες που κάνω αυτή τη δουλειά, έχω χάσει πολλούς φίλους, επειδή έχω αποφασίσει να την κάνω όπως πρέπει. Στην αρχή αυτό με πείραζε και με κλόνιζε. Τώρα πια ξέρω πως οι φίλοι, οι φίλοι μου, πρέπει οι ίδιοι να είναι τίμιοι και όχι να έχω εγώ το άγχος τι θα κάνω αν αποδειχθούν άτιμοι. Στη ζωή το πιο επικίνδυνο πράγμα είναι να αντιστρέφεις την ευθύνη.
Έχω γράψει αρκετές φορές, πως το σύστημα των media και η αντίληψη για το πώς ασκείται η δημοσιογραφία, είναι ένας από τους τρεις πυλώνες της διαφθοράς. Οι άλλοι δύο είναι το πολιτικό σύστημα και η επιχειρηματική-οικονομική ελίτ στη χώρα. Ζούμε όσα ζούμε, γιατί οι δημοσιογράφοι ξέχασαν το ρόλο τους. Αντί για εξουσία απέναντι στις άλλες εξουσίες, έγιναν μία από τις εξουσίες που αναπαράγει τις κοινωνικές ανισότητες και τη διαφθορά.
Οι δημοσιογράφοι όχι μόνο σιωπούσαν όταν έπρεπε να γράφουν και να μιλάνε, αλλά έγιναν ο μανδύας επιμελούς συγκάλυψης. Δεν σώπαιναν από αδιαφορία αλλά από συνειδητή επιλογή.
Λιγότεροι χρηματίστηκαν και ο περισσότεροι εκμαυλίστηκαν. Αντί να υπερασπιστούν την ανάγκη το ηθικό να συμβαδίζει με το νόμιμο, επέλεξαν να δικαιολογούν με τη νομιμότητα ανήθικες πράξεις. Μετατραπήκαμε από μαχητές της κοινωνίας, από αυτούς στους οποίους θα κατέφευγε ο κάθε αδικημένος, σε μια εκμαυλισμένη μάζα που καυχιέται για τις δημόσιες σχέσεις της, τις γνωριμίες με τον υπουργό ή την ικανότητα να ρουσφετοτακτοποιεί προσωπικά σαν πολιτικάντης παλιά κοπής.
Η άποψη περί συναδελφικής αλληλεγγύης δεν με βρήκε ποτέ σύμφωνο. Είμαστε συνάδελφοι και αλληλέγγυοι για να βγει η αλήθεια, όχι για να συγκαλυφθεί.