Σταύρος Χριαστακόπουλος, ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙonline
Η εικόνα της Ελλάδας σήμερα «είναι ακριβώς αυτό που αντιμετώπισε η Αργεντινή το 2001. Αν η Ευρώπη δεν καταφέρει να διδαχθεί από την εμπειρία της Αργεντινής, οι παραλληλισμοί με την Ελλάδα ίσως καταλήξουν να αφορούν και μία χρηματοπιστωτική κατάρρευση». Αυτό έγραψε, μεταξύ άλλων, αυτές τις μέρες ο Μοχάμεντ Ελ Εριάν, ο διαχειριστής του μεγαλύτερου επενδυτικού κεφαλαίου στον κόσμο (PIMCO). Κατά τη γνώμη του η κατάσταση που επικρατεί σήμερα στην Ελλάδα θυμίζει υπερβολικά την Αργεντινή του 2001.
Οι συνεχείς απειλές του Βενιζέλου, του Παπαδήμου και… δημοσιογράφων ότι, αν η Ελλάδα αρνηθεί τον δρόμο των δανειακών συμβάσεων και των μνημονίων, τότε θα καταρρεύσει όπως η Αργεντινή έχει ο πιο ψευδής και γελοίος εκβιασμός ώστε να πειστούν οι Έλληνες ότι ο δρόμος της υποταγής στους δανειστές, ακόμη και με εκπτώσεις στη δημοκρατία, είναι ο μοναδικός.
Αποσιωπούν, όμως, όλοι αυτοί ότι η Αργεντινή κατέρρευσε εν μέσω της απόπειρας «προσαρμογής» της οικονομίας της στις επιταγές του ΔΝΤ και των δανειστών της και, όπως υπενθυμίζει ο Ελ Εριάν, ενώ παρακαλούσε τους δανειστές της για «άλλη μία δόση».
Ακόμη χειρότερα, ενώ βρισκόταν σε εξέλιξη το δικό της… PSI, η συμφωνημένη με τους δανειστές αναδιάρθρωση του χρέους, προκειμένου να το μειώσει μόλις κατά… 20%. Ούτε στάση πληρωμών είχε κηρύξει ούτε το νόμισμά της είχε ακόμη αποσυνδέσει από τη σταθερή ισοτιμία του με το δολάριο και την υποτίμησή του ούτε τη μονομερή διαγραφή χρέους της κατά 75% είχε αρχίσει.
Αυτά συνέβησαν μετά την κατάρρευση, την οποία υπέστη ευρισκόμενη υπό την πιο σκληρή επιτροπεία, με το ΔΝΤ στη χώρα και απολύτως κυρίαρχο. Και όχι μόνο συνέβησαν μετά, αλλά αποτέλεσαν την απαρχή της θεαματικής ανάκαμψης της οικονομίας της.
Όπως επισημαίνει ο Ελ Εριάν, τον Αύγουστο του 2001 «η χώρα ικέτευε ξανά το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για περισσότερα χρήματα ώστε να αποφευχθεί η πτώχευση. Οι αρχές ήταν διατεθειμένες να μπουν σε ακόμη μία διαδικασία δεσμεύσεων γνωρίζοντας πως συστηματικά υπόσχονταν πολλά και έφερναν σε πέρας λίγα και πως η χώρα είχε αποτύχει να σημειώσει πρόοδο σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη, την τελματωμένη ανταγωνιστικότητα και τον περιορισμό της αύξησης του χρέους».
Και οι πολίτες της Αργεντινής;
«Όπως είναι λογικό, οι πολίτες της Αργεντινής αγανακτούσαν ολοένα και περισσότερο με όλους, χωρίς να νοιάζονται για το αν πρόκειται για ιδιώτες πιστωτές ή για την κυβέρνηση. Είχαν χάσει την εμπιστοσύνη τους σε μία προσέγγιση που συνέχιζε να θεωρεί πως η λιτότητα είναι το τίμημα της σταθερότητας ακόμη και αν κάθε άλλος οικονομικός δείκτης είχε πάρει την κατιούσα στο ενδιάμεσο, με χλωμή την πιθανότητα ενός καλύτερου μέλλοντος».
Όμως η χώρα αυτή ήταν ενταγμένη και σε μια οικονομική και πολιτική ένωση, τη Mercosur:
«Μετά ήταν οι γείτονες της Αργεντινής, κυρίως τα άλλα μέλη της Mercosur, της οικονομικο-πολιτικής συμφωνίας των χωρών της περιοχής, που φοβούνταν το κύμα της μετάδοσης. Έχοντας εμπειρία των τεχνικών εξαρθρώσεων στις χρηματοπιστωτικές αγορές, προειδοποιούσαν την Αργεντινή να συμμορφωθεί ενώ παράλληλα ενδυνάμωναν τις άμυνές τους σε περίπτωση που αποτύγχανε. Εν τω μεταξύ η Αργεντινή παραπονιόταν πως οι πολιτικές των άλλων χωρών της Mercosur μεγέθυναν τις οικονομικές προκλήσεις που αντιμετώπιζε η χώρα».
Εν μέσω της διαμάχης μεταξύ της κυβέρνησης της Αργεντινής και του ΔΝΤ για το ποιος ήταν υπεύθυνος για τη διάλυση της οικονομίας, όταν τελικά το ΔΝΤ αποφάσισε να εκταμιεύσει τη δόση, μετά την έγκριση ενός νέου πακέτου λιτότητας από την κυβέρνηση, οι Αργεντινοί άρχισαν να αποσύρουν τα χρήματά τους από τις τράπεζες και η οικονομία κατέρρευσε.
Η παραδοχή του Καβάγιο
Μερικούς μήνες νωρίτερα, τον Μάρτιο του 2001, στο Μπουένος Άιρες ο κόσμος διαδήλωνε για την 25η επέτειο της στρατιωτικής χούντας, ενώ το ΔΝΤ βρισκόταν ήδη στον δεύτερο χρόνο της παρουσίας του στην Αργεντινή. Ο παραλληλισμός μεταξύ χούντας και κυριαρχίας του ΔΝΤ στη χώρα ήταν κυρίαρχος. Το αποτέλεσμα της παρέμβασής του ήταν η εκτίναξη της ανεργίας στο 16% και η καταβύθιση του λαϊκού εισοδήματος κατά 20% – 30%, με εσωτερική αγορά στο όριο του θανάτου, εκτίναξη της ύφεσης και του χρέους.
Είναι εντυπωσιακή η επισήμανση, αυτές τις μέρες, του οικονομολόγου Uri Dadush ότι, όταν πτώχευσε η Αργεντινή, είχε ύφεση 14,7% (όση έχει ήδη εμφανίσει σωρευτικά τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα, η οποία με τα νέα μέτρα λιτότητας θα ξεπεράσει το επίπεδο εκείνο της Αργεντινής, με κίνδυνο να φτάσει το 20%. Μάλιστα το πρακτορείο Reuters σε ανάλυσή του επισημαίνει ότι η πέμπτη συνεχιζόμενη χρονιά ύφεσης που διανύει η Ελλάδα ίσως είναι ένα από τα χειρότερα ρεκόρ βαθιάς ύφεσης της σύγχρονης Ιστορίας.
Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι, τον Αύγουστο του 2011, ο υπουργός Οικονομικών και βασικός υπεύθυνος της κατάρρευσης της Αργεντινής Ντομίνγκο Καβάγιο θεωρούσε ότι η Ελλάδα βρισκόταν ήδη σε χειρότερη κατάσταση από εκείνη της χώρας του όταν έπεσε με το κεφάλι στον γκρεμό…
Για να κατανοήσουμε καλύτερα το μέγεθος της καταστροφής, ας συγκρίνουμε επιπλέον το 16% της ανεργίας της Αργεντινής όταν χρεοκόπησε με το σημερινό 20% της Ελλάδας (συγκρινόμενο μάλιστα με το 7,7% του 2008).
Τότε, λοιπόν, τον Μάρτιο του 2001, αναλαμβάνει την οικονομία ο Καβάγιο. Πρόκειται για τον άνθρωπο που ακόμη και σήμερα επιφανείς εκβιαστές, άσχετοι ή αφελείς πολιτικοί και δημοσιογράφοι… επικαλούνται προκειμένου να στηρίξουν την επιλογή της τρόικας ή για να τρομοκρατήσουν για τις συνέπειες της χρεοκοπίας αν δεν είμαστε πειθήνιοι στις επιλογές δανειστών και επιτηρητών. Ο Καβάγιο λοιπόν ανέλαβε να σώσει την Αργεντινή από τη χρεοκοπία.
Το αργεντίνικο PSI
Η πρώτη του κίνηση ήταν η διαπραγμάτευση με τις δανείστριες τράπεζες για «κούρεμα» (PSI…) των χρεών κατά 20% με εθελοντική ανταλλαγή ομολόγων. Όπως σήμερα η Ελλάδα. Δεδομένου ότι η Αργεντινή είχε κλειδώσει την ισοτιμία του πέσο με το δολάριο – όπως η Ελλάδα βρίσκεται προσδεδεμένη με το ευρώ – διακηρύσσει ως κύριο στόχο του τη μη εγκατάλειψη της σταθερής ισοτιμίας.
Λίγο πριν εφαρμοστεί η πρώτη φάση του PSI, ο Καβάγιο ανακοινώνει ένα πρωτοφανές πρόγραμμα λιτότητας, φοροεπιδρομής και περικοπών, ανάλογο με το μεσοπρόθεσμο, αλλά και το τελευταίο νομοσχέδιο Βενιζέλου. Ο στόχος ήταν ο ίδιος ακριβώς με αυτόν που επικαλείται διαρκώς ο Λουκάς Παπαδήμος: «μηδενικό πρωτογενές έλλειμμα» και, πολύ σύντομα, «πρωτογενές πλεόνασμα».
Το πολιτικό δίλημμα ήταν: «Λιτότητα ή κατάρρευση». Όπως ακριβώς σήμερα στην Ελλάδα.
Καθώς είχε ήδη επιτευχθεί απόλυτη επιτυχία στην πρώτη φάση του αργεντίνικου (PSI), ο Καβάγιο δήλωνε: «Νικήσαμε όλους εκείνους που στοιχημάτιζαν εναντίον της Αργεντινής. Λύσαμε τις πιο επείγουσες ανάγκες μας και τώρα προχωρούμε μπροστά για το πιο σημαντικό: ανάπτυξη στην οικονομία της Αργεντινής» (The New York Times, 5.6.01).
Τι, θεωρητικά, είχε επιτευχθεί με την ανταλλαγή και την επιμήκυνση της διάρκειας του χρέους μέσω του δικού τους PSI; Αυτό που υπόσχεται η κυβέρνηση του Λουκά Παπαδήμου και ο Ευάγγελος Βενιζέλος: είχαν χαλαρώσει οι πιεστικές απαιτήσεις πληρωμής τοκοχρεολυσίων και τα πλεονάσματα – που θα επιτύγχανε ο Καβάγιο και υπόσχονται οι Παπαδήμος και Βενιζέλος με τη λιτότητα – θα χρηματοδοτούσαν την… ανάπτυξη, την οποία υπόσχονται σήμερα οι δικοί μας, με τη συνδρομή και του Σαμαρά, ο οποίος την έχει μετατρέψει σε… σημαία.
Το ελληνικό PSI
Τα παραπάνω συνέβησαν στην Αργεντινή, με το εθελοντικό «κούρεμα» να πηγαίνει καλά, αλλά με την οικονομία να καταρρέει. Μπορούμε όμως να φανταστούμε τι μπορεί να συμβεί σε μια Ελλάδα η οποία θα είναι το… θύμα της δικής της ανταλλαγής ομολόγων;
Γιατί το θύμα; Διότι το ελληνικό PSI είναι έτσι προγραμματισμένο, μέχρι στιγμής, ώστε να περιλάβει κυρίως ομόλογα που βρίσκονται σε ελληνικά και όχι σε… ξένα χέρια. Τελείως επιγραμματικά, με δεδομένο ότι το πρόγραμμα περιλαμβάνει στόχο 206 δισ. ευρώ, τα οποία θα απομειωθούν κατά 103 δισ. σημειώστε ότι σε αυτό το πακέτο θα συμμετάσχουν, και μάλιστα κατά 100%:
● Οι ελληνικές τράπεζες με 55 δισ. ευρώ.
● Τα ασφαλιστικά ταμεία με 25 δισ. ευρώ.
● Σε αυτά τα 80 δισ. ευρώ προσθέστε τα ομόλογα των Ελλήνων μικροεπενδυτών και των κυπριακών τραπεζών, οπότε το σύνολο φτάνει στα 90 δισ. ευρώ.
Υπολογίζοντας ότι αυτά τα ομόλογα θα απομειωθούν κατά 50% στην ονομαστική τους αξία και, κατά Βενιζέλο, μάλλον κατά 70% στην καθαρή παρούσα αξία τους, το ελληνικό (και μερικώς κυπριακό) κόστος θα φτάσει τα 63 δισ. ευρώ.
Αν, συνεπώς, επιτευχθεί το 100% του στόχου, τότε το κούρεμα σε ξένα κεφάλαια θα φτάσει, στην καλύτερη περίπτωση, μόλις τα 37 δισ. Αν μάλιστα τελικά δεν αποποιηθεί (απλώς…) τα κέρδη της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (12 δισ. από ομόλογα που έχει αγοράσει κοψοχρονιά και περιμένει να τα εισπράξει στο… ακέραιο κερδοσκοπώντας εις βάρος του Ελληνικού Δημοσίου), τότε το κόστος για τους ξένους ίσως δεν ξεπερνά τα 25 δισ. ευρώ.
Η δε αδυναμία, μέχρι στιγμής, να συγκεντρωθεί το απαιτούμενο ποσό από τους ξένους κατόχους δηλώνει ότι, έως τώρα, η ζημία τους ίσως είναι ακόμη μικρότερη.
Γι’ αυτό η Ελλάδα ίσως τελικά ενεργοποιήσει τις ρήτρες αναγκαστικής συμμετοχής κάνοντας μια καθαρή χρεοκοπία. Γι’ αυτό υπογράφει νέα δανειακή 130 δισ. ευρώ (που ίσως γίνουν περισσότερα) και γι’ αυτό η κυβέρνηση Παπαδήμου, με αρχιστράτηγο τον Βενιζέλο, ετοιμάζεται να παραδώσει χώρα, λαό, δημοκρατία στους τοκογλύφους, στους Γερμανούς και τους φίλους τους. Αυτά κρατήστε τα για να αντιληφθούμε καλύτερα τη συνέχεια.
Η κατάρρευση
Το επιπλέον… γελοίο του πράγματος; Παρότι η τότε κυβέρνηση της Αργεντινής ισχυριζόταν ότι είχε επιτύχει «κούρεμα» της τάξεως του 20%, η φτώχεια και η ύφεση συνέχισαν να χτυπούν κόκκινο, ενώ οι «αγορές» και το ΔΝΤ συνέχισαν να απαιτούν περισσότερα περιοριστικά μέτρα, πιο αυστηρές περικοπές και πιο δραστική λιτότητα.
Ο Καβάγιο συνέχισε να προσπαθεί πάση θυσία για την καταβολή των τοκοχρεολυσίων επικαλούμενος τον στόχο των πρωτογενών πλεονασμάτων και της ανάπτυξης.
Καθώς η Αργεντινή στέγνωνε από χρήμα και οι Αργεντινοί βρίσκονταν σε απόγνωση εξ αιτίας της δολοφονικής πλέον λιτότητας, ο Καβάγιο στις αρχές Δεκεμβρίου του 2001 επέβαλε δέσμευση καταθέσεων, απαγόρευσε τις αναλήψεις από τις τράπεζες για ποσά πάνω από 1.000 δολάρια τον μήνα (Corralito) και εισηγήθηκε τη «δολαριοποίηση» – την πλήρη αντικατάσταση του πέσο από το δολάριο. Υποτίθεται για να ενισχύσει την αξιοπιστία της χώρας του έναντι των αγορών και την πίστη ότι και στο μέλλον θα είναι… φερέγγυα.
Όμως η «πραγματική οικονομία» της Αργεντινής είχε ήδη καταρρεύσει στα χέρια του, κάτι που επισημοποιήθηκε στα τέλη Δεκεμβρίου 2001.
Επιμύθιο
Η καταστροφική διακυβέρνηση της αργεντίνικης «μεταπολίτευσης» από τις διαδοχικές κυβερνήσεις Αλφονσίν και Μένεμ και Ντε Λα Ρούα μετά την πτώση της χούντας, από το 1983 έως το 2001, η δημιουργία τεράστιων ελλειμμάτων και χρεών από τον Αλφονσίν, και η επιλογή του ΔΝΤ, της άμετρης λιτότητας και του πλήρους ξεπουλήματος από τον Μένεμ (και τον Καβάγιο), αλλά και η τελική τραγωδία που εκτυλίχθηκε με τη διακυβέρνηση Ντε Λα Ρούα και Καβάγιο διέλυσαν αυτή τη λατινοαμερικάνικη χώρα.
Μετά τη χρεοκοπία της, τη στάση πληρωμών και τη μονομερή διαγραφή χρεών και τόκων η Αργεντινή εμφάνισε αλματώδη ανάπτυξη, η οποία έφτασε έως σήμερα σωρευτικά, σύμφωνα με εκτιμήσεις, το 90%, ενώ στις μέρες μας χτυπάει την πόρτα του κλαμπ των 20 πιο ανεπτυγμένων χωρών του πλανήτη (G20). Κι όμως, δεν κατάφερε ακόμη να απαλείψει τις κοινωνικές συνέπειες της λιτότητας και του ξεπουλήματος. Η καταστροφή «βάθους» της οικονομίας αυτής υπήρξε τεράστια.
Κι αυτό είναι, ίσως, το χειρότερο μήνυμα για την Ελλάδα, η οποία ακολουθεί κατά γράμμα την ίδια καταστροφική πορεία, από την οποία θα πρέπει να βγει το συντομότερο δυνατόν, με σαφές σχέδιο και στρατηγική που θα τη θωρακίζει σε πολλά επίπεδα…
Υστερόγραφο 1: Τα ομόλογα που εξέδωσε η Αργεντινή για να αποπληρώσει όσα χρέη δεν διάγραψε μονομερώς έχουν εκδοθεί στο δικό της δίκαιο και, αν τυχόν σταματήσει στο μέλλον πάλι να πληρώνει, τότε οι δανειστές της θα πρέπει να απευθυνθούν στα δικά της δικαστήρια.
Υστερόγραφο 2: Στο κείμενο αυτό αξιοποιήθηκαν πολλά στοιχεία από τα παρακάτω κείμενα: «Το θλιβερό τάνγκο Βενιζέλου» του Δημήτρη Καζάκη (Το Ποντίκι, 30.9.2011), «PSIτ… Ξύπνα» του Πάνου Παναγιώτου (Xrimanews, 14.2.2012), «Από την Αργεντινή στην Αθήνα;» του Μοχάμεντ Ελ Εριάν (Project Syndicate, Η Αυγή, 16.2.2012). Προτ
Η εικόνα της Ελλάδας σήμερα «είναι ακριβώς αυτό που αντιμετώπισε η Αργεντινή το 2001. Αν η Ευρώπη δεν καταφέρει να διδαχθεί από την εμπειρία της Αργεντινής, οι παραλληλισμοί με την Ελλάδα ίσως καταλήξουν να αφορούν και μία χρηματοπιστωτική κατάρρευση». Αυτό έγραψε, μεταξύ άλλων, αυτές τις μέρες ο Μοχάμεντ Ελ Εριάν, ο διαχειριστής του μεγαλύτερου επενδυτικού κεφαλαίου στον κόσμο (PIMCO). Κατά τη γνώμη του η κατάσταση που επικρατεί σήμερα στην Ελλάδα θυμίζει υπερβολικά την Αργεντινή του 2001.
Οι συνεχείς απειλές του Βενιζέλου, του Παπαδήμου και… δημοσιογράφων ότι, αν η Ελλάδα αρνηθεί τον δρόμο των δανειακών συμβάσεων και των μνημονίων, τότε θα καταρρεύσει όπως η Αργεντινή έχει ο πιο ψευδής και γελοίος εκβιασμός ώστε να πειστούν οι Έλληνες ότι ο δρόμος της υποταγής στους δανειστές, ακόμη και με εκπτώσεις στη δημοκρατία, είναι ο μοναδικός.
Αποσιωπούν, όμως, όλοι αυτοί ότι η Αργεντινή κατέρρευσε εν μέσω της απόπειρας «προσαρμογής» της οικονομίας της στις επιταγές του ΔΝΤ και των δανειστών της και, όπως υπενθυμίζει ο Ελ Εριάν, ενώ παρακαλούσε τους δανειστές της για «άλλη μία δόση».
Ακόμη χειρότερα, ενώ βρισκόταν σε εξέλιξη το δικό της… PSI, η συμφωνημένη με τους δανειστές αναδιάρθρωση του χρέους, προκειμένου να το μειώσει μόλις κατά… 20%. Ούτε στάση πληρωμών είχε κηρύξει ούτε το νόμισμά της είχε ακόμη αποσυνδέσει από τη σταθερή ισοτιμία του με το δολάριο και την υποτίμησή του ούτε τη μονομερή διαγραφή χρέους της κατά 75% είχε αρχίσει.
Αυτά συνέβησαν μετά την κατάρρευση, την οποία υπέστη ευρισκόμενη υπό την πιο σκληρή επιτροπεία, με το ΔΝΤ στη χώρα και απολύτως κυρίαρχο. Και όχι μόνο συνέβησαν μετά, αλλά αποτέλεσαν την απαρχή της θεαματικής ανάκαμψης της οικονομίας της.
Όπως επισημαίνει ο Ελ Εριάν, τον Αύγουστο του 2001 «η χώρα ικέτευε ξανά το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για περισσότερα χρήματα ώστε να αποφευχθεί η πτώχευση. Οι αρχές ήταν διατεθειμένες να μπουν σε ακόμη μία διαδικασία δεσμεύσεων γνωρίζοντας πως συστηματικά υπόσχονταν πολλά και έφερναν σε πέρας λίγα και πως η χώρα είχε αποτύχει να σημειώσει πρόοδο σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη, την τελματωμένη ανταγωνιστικότητα και τον περιορισμό της αύξησης του χρέους».
Και οι πολίτες της Αργεντινής;
«Όπως είναι λογικό, οι πολίτες της Αργεντινής αγανακτούσαν ολοένα και περισσότερο με όλους, χωρίς να νοιάζονται για το αν πρόκειται για ιδιώτες πιστωτές ή για την κυβέρνηση. Είχαν χάσει την εμπιστοσύνη τους σε μία προσέγγιση που συνέχιζε να θεωρεί πως η λιτότητα είναι το τίμημα της σταθερότητας ακόμη και αν κάθε άλλος οικονομικός δείκτης είχε πάρει την κατιούσα στο ενδιάμεσο, με χλωμή την πιθανότητα ενός καλύτερου μέλλοντος».
Όμως η χώρα αυτή ήταν ενταγμένη και σε μια οικονομική και πολιτική ένωση, τη Mercosur:
«Μετά ήταν οι γείτονες της Αργεντινής, κυρίως τα άλλα μέλη της Mercosur, της οικονομικο-πολιτικής συμφωνίας των χωρών της περιοχής, που φοβούνταν το κύμα της μετάδοσης. Έχοντας εμπειρία των τεχνικών εξαρθρώσεων στις χρηματοπιστωτικές αγορές, προειδοποιούσαν την Αργεντινή να συμμορφωθεί ενώ παράλληλα ενδυνάμωναν τις άμυνές τους σε περίπτωση που αποτύγχανε. Εν τω μεταξύ η Αργεντινή παραπονιόταν πως οι πολιτικές των άλλων χωρών της Mercosur μεγέθυναν τις οικονομικές προκλήσεις που αντιμετώπιζε η χώρα».
Εν μέσω της διαμάχης μεταξύ της κυβέρνησης της Αργεντινής και του ΔΝΤ για το ποιος ήταν υπεύθυνος για τη διάλυση της οικονομίας, όταν τελικά το ΔΝΤ αποφάσισε να εκταμιεύσει τη δόση, μετά την έγκριση ενός νέου πακέτου λιτότητας από την κυβέρνηση, οι Αργεντινοί άρχισαν να αποσύρουν τα χρήματά τους από τις τράπεζες και η οικονομία κατέρρευσε.
Η παραδοχή του Καβάγιο
Μερικούς μήνες νωρίτερα, τον Μάρτιο του 2001, στο Μπουένος Άιρες ο κόσμος διαδήλωνε για την 25η επέτειο της στρατιωτικής χούντας, ενώ το ΔΝΤ βρισκόταν ήδη στον δεύτερο χρόνο της παρουσίας του στην Αργεντινή. Ο παραλληλισμός μεταξύ χούντας και κυριαρχίας του ΔΝΤ στη χώρα ήταν κυρίαρχος. Το αποτέλεσμα της παρέμβασής του ήταν η εκτίναξη της ανεργίας στο 16% και η καταβύθιση του λαϊκού εισοδήματος κατά 20% – 30%, με εσωτερική αγορά στο όριο του θανάτου, εκτίναξη της ύφεσης και του χρέους.
Είναι εντυπωσιακή η επισήμανση, αυτές τις μέρες, του οικονομολόγου Uri Dadush ότι, όταν πτώχευσε η Αργεντινή, είχε ύφεση 14,7% (όση έχει ήδη εμφανίσει σωρευτικά τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα, η οποία με τα νέα μέτρα λιτότητας θα ξεπεράσει το επίπεδο εκείνο της Αργεντινής, με κίνδυνο να φτάσει το 20%. Μάλιστα το πρακτορείο Reuters σε ανάλυσή του επισημαίνει ότι η πέμπτη συνεχιζόμενη χρονιά ύφεσης που διανύει η Ελλάδα ίσως είναι ένα από τα χειρότερα ρεκόρ βαθιάς ύφεσης της σύγχρονης Ιστορίας.
Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι, τον Αύγουστο του 2011, ο υπουργός Οικονομικών και βασικός υπεύθυνος της κατάρρευσης της Αργεντινής Ντομίνγκο Καβάγιο θεωρούσε ότι η Ελλάδα βρισκόταν ήδη σε χειρότερη κατάσταση από εκείνη της χώρας του όταν έπεσε με το κεφάλι στον γκρεμό…
Για να κατανοήσουμε καλύτερα το μέγεθος της καταστροφής, ας συγκρίνουμε επιπλέον το 16% της ανεργίας της Αργεντινής όταν χρεοκόπησε με το σημερινό 20% της Ελλάδας (συγκρινόμενο μάλιστα με το 7,7% του 2008).
Τότε, λοιπόν, τον Μάρτιο του 2001, αναλαμβάνει την οικονομία ο Καβάγιο. Πρόκειται για τον άνθρωπο που ακόμη και σήμερα επιφανείς εκβιαστές, άσχετοι ή αφελείς πολιτικοί και δημοσιογράφοι… επικαλούνται προκειμένου να στηρίξουν την επιλογή της τρόικας ή για να τρομοκρατήσουν για τις συνέπειες της χρεοκοπίας αν δεν είμαστε πειθήνιοι στις επιλογές δανειστών και επιτηρητών. Ο Καβάγιο λοιπόν ανέλαβε να σώσει την Αργεντινή από τη χρεοκοπία.
Το αργεντίνικο PSI
Η πρώτη του κίνηση ήταν η διαπραγμάτευση με τις δανείστριες τράπεζες για «κούρεμα» (PSI…) των χρεών κατά 20% με εθελοντική ανταλλαγή ομολόγων. Όπως σήμερα η Ελλάδα. Δεδομένου ότι η Αργεντινή είχε κλειδώσει την ισοτιμία του πέσο με το δολάριο – όπως η Ελλάδα βρίσκεται προσδεδεμένη με το ευρώ – διακηρύσσει ως κύριο στόχο του τη μη εγκατάλειψη της σταθερής ισοτιμίας.
Λίγο πριν εφαρμοστεί η πρώτη φάση του PSI, ο Καβάγιο ανακοινώνει ένα πρωτοφανές πρόγραμμα λιτότητας, φοροεπιδρομής και περικοπών, ανάλογο με το μεσοπρόθεσμο, αλλά και το τελευταίο νομοσχέδιο Βενιζέλου. Ο στόχος ήταν ο ίδιος ακριβώς με αυτόν που επικαλείται διαρκώς ο Λουκάς Παπαδήμος: «μηδενικό πρωτογενές έλλειμμα» και, πολύ σύντομα, «πρωτογενές πλεόνασμα».
Το πολιτικό δίλημμα ήταν: «Λιτότητα ή κατάρρευση». Όπως ακριβώς σήμερα στην Ελλάδα.
Καθώς είχε ήδη επιτευχθεί απόλυτη επιτυχία στην πρώτη φάση του αργεντίνικου (PSI), ο Καβάγιο δήλωνε: «Νικήσαμε όλους εκείνους που στοιχημάτιζαν εναντίον της Αργεντινής. Λύσαμε τις πιο επείγουσες ανάγκες μας και τώρα προχωρούμε μπροστά για το πιο σημαντικό: ανάπτυξη στην οικονομία της Αργεντινής» (The New York Times, 5.6.01).
Τι, θεωρητικά, είχε επιτευχθεί με την ανταλλαγή και την επιμήκυνση της διάρκειας του χρέους μέσω του δικού τους PSI; Αυτό που υπόσχεται η κυβέρνηση του Λουκά Παπαδήμου και ο Ευάγγελος Βενιζέλος: είχαν χαλαρώσει οι πιεστικές απαιτήσεις πληρωμής τοκοχρεολυσίων και τα πλεονάσματα – που θα επιτύγχανε ο Καβάγιο και υπόσχονται οι Παπαδήμος και Βενιζέλος με τη λιτότητα – θα χρηματοδοτούσαν την… ανάπτυξη, την οποία υπόσχονται σήμερα οι δικοί μας, με τη συνδρομή και του Σαμαρά, ο οποίος την έχει μετατρέψει σε… σημαία.
Το ελληνικό PSI
Τα παραπάνω συνέβησαν στην Αργεντινή, με το εθελοντικό «κούρεμα» να πηγαίνει καλά, αλλά με την οικονομία να καταρρέει. Μπορούμε όμως να φανταστούμε τι μπορεί να συμβεί σε μια Ελλάδα η οποία θα είναι το… θύμα της δικής της ανταλλαγής ομολόγων;
Γιατί το θύμα; Διότι το ελληνικό PSI είναι έτσι προγραμματισμένο, μέχρι στιγμής, ώστε να περιλάβει κυρίως ομόλογα που βρίσκονται σε ελληνικά και όχι σε… ξένα χέρια. Τελείως επιγραμματικά, με δεδομένο ότι το πρόγραμμα περιλαμβάνει στόχο 206 δισ. ευρώ, τα οποία θα απομειωθούν κατά 103 δισ. σημειώστε ότι σε αυτό το πακέτο θα συμμετάσχουν, και μάλιστα κατά 100%:
● Οι ελληνικές τράπεζες με 55 δισ. ευρώ.
● Τα ασφαλιστικά ταμεία με 25 δισ. ευρώ.
● Σε αυτά τα 80 δισ. ευρώ προσθέστε τα ομόλογα των Ελλήνων μικροεπενδυτών και των κυπριακών τραπεζών, οπότε το σύνολο φτάνει στα 90 δισ. ευρώ.
Υπολογίζοντας ότι αυτά τα ομόλογα θα απομειωθούν κατά 50% στην ονομαστική τους αξία και, κατά Βενιζέλο, μάλλον κατά 70% στην καθαρή παρούσα αξία τους, το ελληνικό (και μερικώς κυπριακό) κόστος θα φτάσει τα 63 δισ. ευρώ.
Αν, συνεπώς, επιτευχθεί το 100% του στόχου, τότε το κούρεμα σε ξένα κεφάλαια θα φτάσει, στην καλύτερη περίπτωση, μόλις τα 37 δισ. Αν μάλιστα τελικά δεν αποποιηθεί (απλώς…) τα κέρδη της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (12 δισ. από ομόλογα που έχει αγοράσει κοψοχρονιά και περιμένει να τα εισπράξει στο… ακέραιο κερδοσκοπώντας εις βάρος του Ελληνικού Δημοσίου), τότε το κόστος για τους ξένους ίσως δεν ξεπερνά τα 25 δισ. ευρώ.
Η δε αδυναμία, μέχρι στιγμής, να συγκεντρωθεί το απαιτούμενο ποσό από τους ξένους κατόχους δηλώνει ότι, έως τώρα, η ζημία τους ίσως είναι ακόμη μικρότερη.
Γι’ αυτό η Ελλάδα ίσως τελικά ενεργοποιήσει τις ρήτρες αναγκαστικής συμμετοχής κάνοντας μια καθαρή χρεοκοπία. Γι’ αυτό υπογράφει νέα δανειακή 130 δισ. ευρώ (που ίσως γίνουν περισσότερα) και γι’ αυτό η κυβέρνηση Παπαδήμου, με αρχιστράτηγο τον Βενιζέλο, ετοιμάζεται να παραδώσει χώρα, λαό, δημοκρατία στους τοκογλύφους, στους Γερμανούς και τους φίλους τους. Αυτά κρατήστε τα για να αντιληφθούμε καλύτερα τη συνέχεια.
Η κατάρρευση
Το επιπλέον… γελοίο του πράγματος; Παρότι η τότε κυβέρνηση της Αργεντινής ισχυριζόταν ότι είχε επιτύχει «κούρεμα» της τάξεως του 20%, η φτώχεια και η ύφεση συνέχισαν να χτυπούν κόκκινο, ενώ οι «αγορές» και το ΔΝΤ συνέχισαν να απαιτούν περισσότερα περιοριστικά μέτρα, πιο αυστηρές περικοπές και πιο δραστική λιτότητα.
Ο Καβάγιο συνέχισε να προσπαθεί πάση θυσία για την καταβολή των τοκοχρεολυσίων επικαλούμενος τον στόχο των πρωτογενών πλεονασμάτων και της ανάπτυξης.
Καθώς η Αργεντινή στέγνωνε από χρήμα και οι Αργεντινοί βρίσκονταν σε απόγνωση εξ αιτίας της δολοφονικής πλέον λιτότητας, ο Καβάγιο στις αρχές Δεκεμβρίου του 2001 επέβαλε δέσμευση καταθέσεων, απαγόρευσε τις αναλήψεις από τις τράπεζες για ποσά πάνω από 1.000 δολάρια τον μήνα (Corralito) και εισηγήθηκε τη «δολαριοποίηση» – την πλήρη αντικατάσταση του πέσο από το δολάριο. Υποτίθεται για να ενισχύσει την αξιοπιστία της χώρας του έναντι των αγορών και την πίστη ότι και στο μέλλον θα είναι… φερέγγυα.
Όμως η «πραγματική οικονομία» της Αργεντινής είχε ήδη καταρρεύσει στα χέρια του, κάτι που επισημοποιήθηκε στα τέλη Δεκεμβρίου 2001.
Επιμύθιο
Η καταστροφική διακυβέρνηση της αργεντίνικης «μεταπολίτευσης» από τις διαδοχικές κυβερνήσεις Αλφονσίν και Μένεμ και Ντε Λα Ρούα μετά την πτώση της χούντας, από το 1983 έως το 2001, η δημιουργία τεράστιων ελλειμμάτων και χρεών από τον Αλφονσίν, και η επιλογή του ΔΝΤ, της άμετρης λιτότητας και του πλήρους ξεπουλήματος από τον Μένεμ (και τον Καβάγιο), αλλά και η τελική τραγωδία που εκτυλίχθηκε με τη διακυβέρνηση Ντε Λα Ρούα και Καβάγιο διέλυσαν αυτή τη λατινοαμερικάνικη χώρα.
Μετά τη χρεοκοπία της, τη στάση πληρωμών και τη μονομερή διαγραφή χρεών και τόκων η Αργεντινή εμφάνισε αλματώδη ανάπτυξη, η οποία έφτασε έως σήμερα σωρευτικά, σύμφωνα με εκτιμήσεις, το 90%, ενώ στις μέρες μας χτυπάει την πόρτα του κλαμπ των 20 πιο ανεπτυγμένων χωρών του πλανήτη (G20). Κι όμως, δεν κατάφερε ακόμη να απαλείψει τις κοινωνικές συνέπειες της λιτότητας και του ξεπουλήματος. Η καταστροφή «βάθους» της οικονομίας αυτής υπήρξε τεράστια.
Κι αυτό είναι, ίσως, το χειρότερο μήνυμα για την Ελλάδα, η οποία ακολουθεί κατά γράμμα την ίδια καταστροφική πορεία, από την οποία θα πρέπει να βγει το συντομότερο δυνατόν, με σαφές σχέδιο και στρατηγική που θα τη θωρακίζει σε πολλά επίπεδα…
Υστερόγραφο 1: Τα ομόλογα που εξέδωσε η Αργεντινή για να αποπληρώσει όσα χρέη δεν διάγραψε μονομερώς έχουν εκδοθεί στο δικό της δίκαιο και, αν τυχόν σταματήσει στο μέλλον πάλι να πληρώνει, τότε οι δανειστές της θα πρέπει να απευθυνθούν στα δικά της δικαστήρια.
Υστερόγραφο 2: Στο κείμενο αυτό αξιοποιήθηκαν πολλά στοιχεία από τα παρακάτω κείμενα: «Το θλιβερό τάνγκο Βενιζέλου» του Δημήτρη Καζάκη (Το Ποντίκι, 30.9.2011), «PSIτ… Ξύπνα» του Πάνου Παναγιώτου (Xrimanews, 14.2.2012), «Από την Αργεντινή στην Αθήνα;» του Μοχάμεντ Ελ Εριάν (Project Syndicate, Η Αυγή, 16.2.2012). Προτ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου